Η αβεβαιότητα των αγορών είναι πολύ πιο επίφοβη για μια εύθραυστη οικονομία όπως η κυπριακή
Σταύρος Α. Ζένιος
Ενα ηφαίστειο έχει ξυπνήσει, και οι συνέπειες δεν μπορεί παρά να είναι δυσάρεστες για όλους. O «δείκτης φόβου» όπως χαρακτηρίζεται από τον Bloomberg εκτοξεύθηκε κατά 52%, η στερλίνα υποτιμήθηκε στο χαμηλότερο επίπεδο από το 1980, το ιαπωνικό Χρηματιστήριο είχε πτώση 7.9%, και οι τραπεζικές μετοχές 15%. Ο αρθρογράφος των Financial Times Wolfngag Munchau γράφει ότι ανησυχεί περισσότερο για το ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ενωση από ό,τι για το Ηνωμένο Βασίλειο.  Σύμφωνα με τον Economist ακούστηκαν ήδη φωνές υπέρ δημοψηφίσματος για έξοδο της Ολλανδίας, και δημοσκοπήσεις δείχνουν 55% των Γάλλων και Ιταλών να θέλουν δημοψήφισμα για παραμονή ή έξοδο από την ΕΕ.  Ευτυχώς οι πρώτες αντιδράσεις από κεντρικούς τραπεζίτες και τους «4 Προέδρους» της ΕΕ εκπέμπουν σύνεση και αποφασιστικότητα. Το πρόβλημα είναι ότι μετά από πέντε χρόνια κρίσης στην Ευροζώνη και τα επιτόκια στο 0%, δεν υπάρχουν πολλά εργαλεία διαθέσιμα.  
Ποιες είναι οι πιθανές επιπτώσεις για την Κύπρο; Άμεσα έχουμε συνέπειες από την υποτίμηση της στερλίνας με αντίκτυπο στο τουριστικό ρεύμα και στην καταναλωτική ικανότητα των  Βρετανών που ζουν στην Κύπρο. Δεν συμμερίζομαι το αισιόδοξο συμπέρασμα πρόσφατης μελέτης του Υπουργείου Οικονομικών ότι οι επιπτώσεις θα είναι αμελητέες.  Μεσοπρόθεσμα μπορούμε να αναμένουμε αυξήσεις στα δίδακτρα που καλούνται να πληρώσουν οι Κύπριοι φοιτητές στο Ηνωμένο Βασίλειο.  Αυτό δεν θα επηρεάσει μόνο στο μέλλον αλλά και την άμεση κατανάλωση, καθώς τα νοικοκυριά αρχίζουν να αποταμιεύουν για αυξημένες μελλοντικές ανάγκες.
Η αβεβαιότητα ωστόσο των αγορών είναι πολύ πιο επίφοβη για μια εύθραυστη οικονομία όπως την δική μας, από τα τυχόν άμεσα αποτελέσματα. Είναι διάχυτη η εντύπωση ότι έχουμε ξεπεράσει πλήρως την κρίση της κυπριακής οικονομίας, αλλά αυτό πολύ απέχει από την πραγματικότητα. Με επίπεδα χρέους 108% του ΑΕΠ η οικονομική ανάκαμψη επηρεάζεται εύκολα και έντονα από εξωγενείς παράγοντες. Με τη διαδικασία Brexit υπό εξέλιξη, οι εξωγενείς παράγοντες είναι πολλοί, απρόβλεπτοι και κατά κανόνα αρνητικοί. Το (πολύ σωστό) σχέδιο του Υπουργείου Οικονομικών να βγει στις αγορές και να εξομαλύνει το χρέος που λήγει το 2017 και το 2019 θα αντιμετωπίσει σημαντικά υψηλότερα επιτόκια δανεισμού. Επηρεάζονται επίσης οι σχεδιασμοί της Τράπεζας Κύπρου για εισδοχή στην Χρηματαγορά του Λονδίνου. Το Λονδίνο θα εξακολουθήσει να είναι κέντρο χρηματοοικονομικών υπηρεσιών -παρά τις περί αντιθέτου απόψεις που εκφράστηκαν προ του δημοψηφίσματος- και η Τράπεζα Κύπρου καλώς συνεχίζει την προετοιμασία της, αλλά η συγκυρία δεν είναι ευνοϊκή.  
Τι κάνουμε; Δεν μπορούμε να κάνουμε πολλά εκτός από το να συνεχίσουμε την συνετή δημοσιονομική πολιτική αντί να τη χαλαρώσουμε (όπως φάνηκαν πρώτα σημάδια πριν τις δικές μας βουλευτικές εκλογές!). Θωράκιση της Κυπριακής οικονομίας με όλους τους δυνατούς τρόπους: Μεταρρυθμίσεις, ιδιωτικοποιήσεις, βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Για να διδαχθούμε κάτι από τις πρόσφατες καταστροφικές πυρκαγιές: Πολύ απροετοίμαστοι ήμασταν για μια τεράστια καταστροφή που οπωσδήποτε θα συμβεί σε ένα νησί με ξηρασία, υψηλές θερμοκρασίες, και πολλά δάση. Είναι η ικανότητα μας για ανταπόκριση που καθορίζει τον αντίκτυπο της κρίσης. Τώρα είναι που χρειάζεται σύγκλιση του Εθνικού Συμβουλίου Οικονομίας. Η αισιοδοξία των τεχνοκρατών του Υπουργείου Οικονομικών μου προκαλεί τεράστια ανησυχία ότι καθόλου δεν βελτιωθήκαμε από το 2011. Δεν θα μας αφήσει αλώβητους ούτε αυτή η κρίση.
Ακόμη πιο πολύ να προβληματίσουν οι πολιτικές επιπτώσεις. Το Brexit δεν θα ολοκληρωθεί σε μια βδομάδα, ούτε σε ένα μήνα, ούτε μάλλον σε ένα χρόνο. Αναμένεται να πάρει μέχρι το 2019 για να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες, όπως προβλέπει το Άρθρο 50 της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης. Μέχρι τότε οι ισορροπίες είναι απρόβλεπτες. Ως Κύπρος οφείλουμε να διατηρήσουμε την καλή σχέση με το Ηνωμένο Βασίλειο. Η ειδική μας θέση ως ταυτόχρονα μέλος της Κοινοπολιτείας και της ΕΕ μας επιτρέπει να αναβαθμίσουμε τη θέση μας αν συνταχθούμε με τις συναινετικές φωνές στην ΕΕ. Υπάρχει ο κίνδυνος για πλήρη ηγεμονία από την Γερμανία (ήδη η Καγκελάριος Μέρκελ κάλεσε σε σύσκεψη στο Βερολίνο τον Πρόεδρο Ολάντ και τον Πρωθυπουργό της Ιταλίας Ρένζι). Σε θέματα τραπεζικής και δημοσιονομικής ενοποίησης το επικρατούν γερμανικό μοντέλο δεν φαίνεται να δίνει λύσεις στα ευρωπαϊκά προβλήματα, ούτε το δικό μας μοντέλο παροχής υπηρεσιών ευνοεί. Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζ. Γιούνκερ αναμένεται να είναι (πάλι) μια δυνατή φωνή για δραστικές λύσεις αντί για μπαλώματα.
Όσο δε αφορά το εθνικό μας πρόβλημα: Ούτε εσωστρεφής ΕΕ λόγω Btexit,  ούτε ένα Ηνωμένο Βασίλειο διχασμένο από το δημοψήφισμα και σε αναζήτηση ηγεσίας μετά την παραίτηση του πρωθυπουργού, μας ευνοούν. Δεν μας ευνοεί αν δυνάμεις που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την Τουρκία εμφανίζονται αποδυναμωμένες σε μια κρίσιμη φάση των διαπραγματεύσεων.   
Τι κάνουμε; Ψυχραιμία αλλά και εγρήγορση. Το Brexit μπορεί να αποτελέσει την καμπάνα της αφύπνισης για να λύσει η ΕΕ τα προβλήματα των πολιτών της. Ή, όπως παραστατικά είπε κάποτε ο δικός μας Αρχιεπίσκοπος, να είναι ο πρώτος «πούντος» που ξηλώνει το τρικό. Πάντως οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι οι πολίτες διψούν για λύσεις στα δικά τους, τοπικά προβλήματα, αντί για μεγαλεπήβολα κοσμοπολίτικα οράματα.  
*Ο Σταύρος Α. Ζένιος είναι καθηγητής Χρηματοοικονομικών στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και στο Norwegian School of Economics, Senior Fellow, the Wharton School, University of Pennsylvania.